Τα μηνύματα είχαν έρθει πολύ καιρό πριν. Κανείς δεν ήθελε να τα ακούσει. Αυτό δεν είναι πρωτόγνωρο. Όλοι συνηθίζουμε να κλείνουμε τα αυτιά μας, όταν χτυπάνε οι καμπάνες, ότι “στραβά αρμενίζουμε και όχι δεν είναι στραβός ο γιαλός”. Η έπαρση είναι πάντα κακός σύμβουλος, όταν είσαι καβάλα στο άλογο και νομίζεις ότι όλα τα κάνεις σωστά. Ποτέ δεν τα κάνεις όλα σωστά, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει τις περισσότερες φορές. Ακόμα περισσότερο, όταν κινείσαι αποκλειστικά συμφεροντολογικά, αγνοώντας ότι υπάρχει τριγύρω σου. Η ποιότητα της σκέψης και της δράσης των ανδρών και των γυναικών της εξουσίας, που κινούν τα μεγάλα παιχνίδια, είναι γνωστό εδώ και καιρό, ότι δεν είναι στο καλύτερο επίπεδο, όμως και πάλι το να αγνοείς το προφανές δεν απαιτεί τόσο μεγάλη οξυδέρκεια και ευφυΐα.
Ήταν γύρω στο1990, όταν το άρμα της Παγκοσμιοποίησης είχε αρχίσει την τρελή του πορεία για τη κατάκτηση του πλανήτη. Όλοι τότε πίστευαν ότι η ιστορία είχε τελειώσει και η αυτοκρατορία θα ήταν ο επόμενος πολύ εύκολος στόχος. Μια αυτοκρατορία που θα σάρωνε κάθε αντίπαλο, μια που όλοι οι υποτιθέμενοι αντίπαλοι της σερνόντουσαν στο χώμα και το αφήγημα που εξέπεμπαν οι υποτιθέμενοι μελλοντικοί αυτοκράτορες φαινόταν το μόνο που θα μπορούσε να έχει ισχύ.
Συνήθως σε τέτοιες στιγμές ο πόλεμος έρχεται σαν μια άμεση συνέπεια, διότι ισχύς δίχως πόλεμο είναι λόγια του αέρα. Όμως, όταν κάνεις πολέμους, θα πρέπει να τους κερδίζεις και όχι να τους χάνεις και αυτή ήταν η πρώτη “μικρή” λεπτομέρεια, που έπαιξε το ρόλο της. Όλους τους πολέμους που εξαπέλυσε η Παγκοσμιοποίηση, δεν τους κέρδισε, αντιθέτως, τους έχασε και χάνοντας τους, έχασε μαζί και την ευκαιρία να κερδίσει τους στόχους της. Στη πραγματικότητα δημιούργησε ένα χάος,αλλά και μια διευρυνόμενη αντιπάθεια προς το πρόσωπο της. Δεν είχε αυτό το δικαίωμα,αλλά ούτε και οι προθέσεις της είχαν κάποια στοιχειώδη ευγένεια. Η γη είναι πολύ μεγάλη, οι πληθυσμοί πολύ ιδιαίτεροι και ο σεβασμός των υποτιθέμενων κατακτητών σε αυτούς πολύ λίγος.
Έτσι όπου και αν πήγαν, έσπειραν ανέμους, θέρισαν θύελλες, δημιούργησαν τραύματα επί πτωμάτων και γύρισαν πίσω κατά βάση με άδεια χέρια. Όλοι το διαπίστωναν αυτό αλλά και κανείς δεν ήταν ικανός να φέρει αντίρρηση, γιατί όλους τους είχε μαγέψει το αφήγημα μιας παγκόσμιας κυριαρχίας.
Όταν έσκασε η οικονομική κρίση του 2008, κάποιοι άρχισαν να αμφιβάλλουν σοβαρά για την επιτυχία του εγχειρήματος και κράτησαν τις αποστάσεις τους. Η πλαστή ευημερία που απολάμβανε ο δυτικός κόσμος απέκτησε ρωγμές που δεν μπορούσαν να κρυφτούν πίσω από τα κούφια λόγια και τα οράματα μεγαλείου. Μια σειρά από χώρες είδαν μπροστά τους την χρεωκοπία μεταξύ των οποίων και η χώρα μας. Έπρεπε να σωθούν οι τράπεζες και τα έωλα αφηγήματα και το μάρμαρο έπρεπε να το πληρώσουν τα κατώτερα στρώματα κοινωνιών, που είχαν μάθει να αναπαύονται μέσα στα ψέματα.
Οι ελίτ τους συστήματος έχουν εμπειρία να σουλουπώνουν τα λάθη τους. Σπασμωδικές αντιδράσεις ανυπακοής και αντίδρασης εύκολα πνίγηκαν με κόστος κυρίως για τους αδύναμους. Όμως ο συμπαγής πυρήνας της παγκοσμιοποίησης εξακολούθησε να πιστεύει ότι όλα μπορούσαν ακόμα να διευθετηθούν. Μπορούσαν; Μάλλον όχι. Έτσι όμως πίστευαν.
Κάποιοι από τους από τους κεντρικούς παίκτες είδαν ότι η ιστορία δεν πήγαινε σε καλό δρόμο και άρχισαν να σκέφτονται διαφορετικά. Ήταν οι καλοί ;
Προς Θεού όχι. Δεν ήταν οι καλοί, απλώς κατάλαβαν, ότι υπάρχουν και άλλοι δρόμοι, πιθανώς με λιγότερο κόστος και με λιγότερο μεγαλείο. Ακραίες συντηρητικές δυνάμεις στη βάση τους, στηριγμένες σε πιο πατροπαράδοτες συνταγές διακυβέρνησης, παρελθούσες μεν, ίσως όμως πιο ασφαλείς ως προς τα αποτελέσματα τους. Με διαφορετικό λόγο και έκφραση που πατούσε σε αφηγήσεις θλιβερών εποχών. Τα μεγάλα σχίσματα δυστυχώς δεν κλείνουν ποτέ και οι ηττημένοι, αλλά όχι εξαφανισμένοι του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, στελέχωσαν τους αμφισβητούντες και επανήλθαν με ελαφρώς διαφορετικό προσωπείο για να ρεφάρουν.
Παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί να υπάρξει δίχως την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της τεχνολογίας σε όλους τους τομείς και την καταρράκωση των ηθικών δομών μιας κοινωνίας. Πρώτα έρχεται η ισοπέδωση και στη συνέχεια έρχονται οι κατασκευαστές της καινούργιας πραγματικότητας για να κτίσουν. Εκείνοι που εξακολουθούσαν να έχουν το όραμα της παγκοσμιοποίησης βλέποντας ότι άρχισε να δημιουργείται ένα αντίπαλο δέος, αποφάσισαν να ρίξουν κάποια χαρτιά στο τραπέζι που προφανώς θεωρούσαν ότι θα έγερναν την πλάστιγγα στη μεριά τους. Κάποια από αυτά τα χαρτιά ήταν: εξωφρενικούς δικαιωματισμούς, που καταργούν την κοινή λογική, επικίνδυνους ιούς σε μυστικά εργαστήρια, καραντίνες σε παγκόσμιο επίπεδο, αποθέωση της οικονομικής εξάρτησης κρατών και πολιτών, πολέμους και εθνοκαθάρσεις κυρίως όμως την συσκότιση της πραγματικότητας σε τέτοιο βαθμό που η αναζήτηση της αλήθειας να εμφανίζεται σαν μια άσκοπη περιπέτεια.
Όσοι αντιδρούν στο παράλογο δέχονται επιπλήξεις και περιθωριοποιούνται. Οποιαδήποτε αμφισβήτηση σωστή ή υπερβολική στιγματίζεται ως συνωμοσιολογία. Από κοντά όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να αποκόπτουν οποιοδήποτε διάλογο σε όποια βαθμίδα της πυραμίδας και αν ανήκει .
Η συσκότιση πάντα ευνοεί τις δυνάμεις εκείνες που θέλουν να αναπαράγουν το παρελθόν, επειδή θεωρούν ότι ήταν καλύτερο και πιο τακτοποιημένο. Σαν να μην έχουμε φτάσει σε αυτό το χυδαίο παρόν επειδή ένα χυδαίο παρελθόν είχε ήδη αποτύχει.
Όμως δυστυχώς σε αυτόν τον όμορφο αλλά θλιβερό από την άποψη της ποιότητας πλανήτη μας, έχουμε κάποιες “αρχές” που δεν μπορούμε να αποτινάξουμε από πάνω μας. Η έλλειψη ιστορικής μνήμης μας εμποδίζει μόνιμα να δούμε τις παγίδες που κάθε εποχή έχει ετοιμάσει για να πέσουμε μέσα τους . Οι οποίες δεν τόσο διαφορετικές κάθε φορά.
Επιστρέφοντας το βλέμμα μας εκεί ψηλά στη κορυφή, εκεί που παίρνονται οι σημαντικές αποφάσεις για όλους μας, βλέπουμε λοιπόν να μορφοποιούνται δύο στρατόπεδα, εκεί που μέχρι εκείνη την στιγμή υπήρχε μόνο ένα.
Η παγκοσμιοποίηση να βρίσκεται μπροστά σε ένα κόσμο πολυ-πολικότητας αντίθετο με τις επιδιώξεις της και ένα αντίθετο στρατόπεδο που θέλει να επιστρέψει στο έθνος-κράτος με ελαφρώς παγκόσμιες βλέψεις. Τι ωραίο μπλέξιμο!
Με πολιτικούς όρους θα μπορούσε να ειπωθεί, ότι ο ακραίος φιλελευθερισμός με δημοκρατικό μετα-μοντέρνο προσωπείο συγκρούεται με σφοδρότητα με την ακρο-δεξιά εκδοχή του.
Εμφανίζονται και οι δύο να διαφωνούν στα περισσότερα, εκτός από την αγάπη τους να κυβερνήσουν αυτό τον κόσμο. Σε αυτό δεν διαφωνούν καθόλου και είναι διατεθειμένοι στο όνομα αυτής της αγάπης να διαλύσουν τον αντίπαλο τους εκμηδενίζοντας ο ένας το σχέδιο του άλλου.
Ο καθένας έχει τους οπαδούς του σε όλες τις βαθμίδες της κοινωνίας, έχουν φροντίσει με επιμέλεια για αυτό. Όποιος νικήσει σε αυτή την ιδιότυπη, αλλά αιματηρή, είναι αλήθεια σύγκρουση, θα χωρίσει ή θα ενοποιήσει τον κόσμο, σύμφωνα με τις προθέσεις του. Και οι δύο φροντίζουν να υπερτονίζουν τα θετικά σημεία της στάσης τους και να κρύβουν τα αρνητικά. Άλλωστε έχουν κοινό που χρειάζεται να φροντίσουν, που επάνω του θα κτίσουν τον κόσμο τους, έτσι δεν μπορούν να το αγνοούν τουλάχιστον προσχηματικά. Επί του παρόντος κερδίζουν οι παρελθοντολόγοι της Άκρας-Δεξιάς.
Αυτό το κοινό τώρα που αποτείνονται, είναι επίσης διατεθειμένο, συνεπές με τον ρόλο του, κάθε στιγμή να πρέπει να επιλέγει κάποιον από τους δύο. Επειδή τώρα αυτό το κοινό, δεν έχει κάτι τι δικό του να προτείνει, επιλέγει με βάση ότι καλύτερο του εντυπωσιάζει την όραση του και το κάνει να αισθάνεται περισσότερο ασφαλές. Μετακινείται έτσι συνεχώς, πέρα-δώθε σαν το εκκρεμές, όπου φυσάει ο άνεμος δηλαδή και όπου βλέπει κάποιος από τους δύο αντιπάλους να έχει μεγαλύτερη δυνατότητα να επιβληθεί.
Συμπερασματικά, παρακολουθούμε μια σύγκρουση, ένα πόλεμο στη κορυφή της πυραμίδας του κόσμου μας, για την κυριαρχία επί του κόσμου, όχι για το όφελος του κόσμου, αλλά για το όφελος αποκλειστικά εκείνων που συμπλέκονται.
Κανονικά δεν θα έπρεπε να μας αφορά και ακόμα καλύτερα δεν θα έπρεπε να είχαμε επιτρέψει να συμβεί κάτι τέτοιο με τέτοιο περιεχόμενο. Αντιθέτως, με παρρησία συμμετέχουμε.
Αυτό όμως είναι ένα διαφορετικό παραμύθι που μπορεί να το αφηγηθούμε κάποτε, ένα άλλο κρύο βράδυ του χειμώνα δίπλα στο τζάκι.