Κανονικά,
σε κάποιες εποχές, πρέπει να πάψεις να
μιλάς και να γράφεις. Απλώς δεν έχει
νόημα. Επίσης, δεν θα πρέπει να ασκείς
καμιά κριτική σε τίποτα, μια που η κριτική
στα πράγματα που συμβαίνουν στη εποχή
σου, έχει αξία, όταν απευθύνεται σε
ανθρώπους με στοιχειώδη κρίση. Η
προβληματικότητα που χαρακτηρίζει
κάποιες εποχές, δεν σηκώνει κριτικές.
Είναι πιθανόν να τα βγάλεις πέρα με το
χιούμορ, μια που το χιούμορ είναι μια
κριτική, που εντέλει προκαλεί και γέλιο,
για όσους βέβαια το κατανοούν.
Αν
εντέλει αποφασίσεις να μιλήσεις, μπορείς
να το κάνεις για λόγους προσωπικής
ψυχοθεραπείας, χωρίς
να πληρώνεις τίποτα. Είναι σαν να μιλάς
με τον εαυτόν σου δηλαδή, αλλά δίνεις
στη διαδικασία και κάποια δημοσιότητα.
Αντιφατικό μεν, αλλά μπορεί να έχει
κάποια προσωπικά οφέλη.
Με
αυτή την εισαγωγή, προσπαθώ να σας βάλω
μέσα στα προβλήματα του ανθρώπου που
αποφασίζει τελικώς να πει κάτι. Θα μου
πείτε, εδώ ο κόσμος χάνεται, δεν υπάρχει
χώρος και ανοχή για τέτοια θέματα και
αντιφάσεις. Έχετε και σεις τα δίκια σας
και εμένα να σας τα πρήζω. Αυτό που κάνει
την κατάσταση ευκολότερη είναι ότι δεν
υπάρχουν μεγάλες προσδοκίες, ούτε εσείς
τις έχετε
από μένα, ούτε και το αντίθετο. Δυστυχώς
!!
Στο
σύγχρονο σύστημα των κοινωνιών, είμαστε
όλοι θεατές σε έργα που αποφασίζουν
εκείνοι που μας ορίζουν, φανεροί και
κρυφοί. Αυτοί αποφασίζουν το ποιο έργο
θα ανέβει στη κάθε σεζόν και σε ποιο
θέατρο. Υπάρχουν έργα για πολύ κλειστούς
κύκλους και έργα που θα παιχτούν στα
μεγάλα θέατρα του κόσμου και το κοινό
που θα τα παρακολουθήσει, θα είναι πολύ
μεγάλο και με ακριβό
εισιτήριο.
Όμως ποτέ η
σχέση του έργου και των θεατών δεν
πρόκειται να διαταραχτεί. Οι σκηνοθέτες
στις κουίντες τους και οι θεατές στις
καρέκλες τους, να γελάνε ή να κλαίνε
παρακολουθώντας. Μερικές φορές το κοινό
εξοργίζεται από το έργο και μπορεί να
συμπεριφερθεί λιγότερο κόσμια, από ότι
περιμένουν οι σκηνοθέτες, όμως και για
τέτοιες στιγμές, υπάρχει από την μεριά
των σκηνοθετών πρόνοια. Σχεδόν πάντοτε
όλα επανέρχονται στη τάξη. Το βασικό
είναι να μην διαταράσσονται οι δεδομένοι
ρόλοι. Του σκηνοθέτη και του θεατή. Η
βιομηχανία της “διασκέδασης” όσο
σκληρή και αν είναι, πρέπει να λειτουργεί
με όλα τα μέσα.
Όσοι
γεννήθηκαν θεατές και δεν μπόρεσαν
να γίνουν ποτέ σκηνοθέτες, είναι
σαφές, ότι δεν γνωρίζουν τα μυστικά των
σκηνοθετών. Αυτό έχει τις συνέπειες
του. Δεδομένου ότι οι σκηνοθέτες έχουν
πολλά μυστικά και κόλπα που τους δίνει
και η ανάπτυξη της τεχνολογίας σε φοβερό
βαθμό, οι θεατές είναι πολύ εύκολο να
πιαστούν κορόιδα. Σε πολλά επίπεδα,
συναισθηματικά αλλά και σε επίπεδο
λογικής. Ζώντας ως θεατής, παρακολουθείς
το έργο και ασυναίσθητα ταυτίζεσαι με
αυτό. Μπαίνεις μέσα στη ροή του,
παρακολουθείς την λογική που αυτό θέλει
να ακολουθήσεις . Μοιράζεσαι τα αισθήματα
των ηθοποιών, πονάς και χαίρεσαι με τις
περιπέτειες τους. Σε πολλά έργα καλείσαι
να είσαι εσύ ή εγώ ο ηθοποιός. Παίζεις
τον ρόλο με την ψυχή σου, γιατί διψάς
για αυτή την δημοσιότητα που σου δίνει
η παράσταση και το χειροκρότημα. Συχνά
μπορείς να ξεχνάς, ότι το αόρατο και
σταθερό χέρι του σκηνοθέτη σου, σε έχει
οδηγήσει να παίξεις στη
συγκεκριμένη παράσταση. Όσο τα χρόνια
περνούν ξεχνάς σιγά-σιγά το ποιος είσαι,
από που ξεκίνησες και που βρίσκεσαι
αυτή την στιγμή. Με κάποιο τρόπο γίνεσαι
οι ρόλοι σου και δεν θυμάσαι, ότι πάντοτε
ήσουν θεατής σε έργα που άλλοι έξυπνα
δημιούργησαν.
Νομίζεις
με τον καιρό, ότι το να είσαι θεατής σου
δίνει κάποιες μυστικές δυνάμεις, σαν
να μπορείς να είσαι μέσα και έξω από το
έργο. Όμως ποτέ δεν πάψαμε να είμαστε
θεατές και μόνο θεατές. Δεν γίναμε ποτέ
σκηνοθέτες της πραγματικής μας ζωής.
Ένα
παράπλευρο πρόβλημα με τους θεατές
είναι ότι επειδή στη πραγματικότητα
ζούνε σε ένα φανταστικό κόσμο, χάνουν
δίχως να το καταλαβαίνουν την ισορροπία
τους. Δεν κατανοούν σε ικανοποιητικό
βαθμό την διαφορά ανάμεσα σε αυτό που
σκέφτονται, σε αυτό που θέλουν να πράξουν
και σε αυτό που μπορούν, σε σχέση με τον
ρόλο τους ως θεατές. Έτσι πολλές φορές
παρουσιάζεται το φαινόμενο να σκέφτονται
άλλα , να πράττουν άλλα και να ισχυρίζονται
επίσης άλλα. Μοιάζουν να έχουν το στίγμα
μιας περίεργης ηλιθιότητας, ενώ οι ίδιοι
φαντάζουν στα μάτια τους σαν υπερβολικά
έξυπνοι και ικανοί για όλα. Καταλήγουν
με περίεργους πονοκεφάλους και ευτυχώς
που υπάρχουν οι ασπιρίνες. Ή ένας καλός
ύπνος ή μια σύντομη αποχή από τα έργα
που παίζονται μπροστά τους και για τα
οποία οι γνώμες που εκφέρουν σχεδόν
πάντοτε οδηγούν σε παγίδες, που καλοστημένα
περιμένουν τον καθένα για να πληρώσει
την βλακεία του.
Η
κοινωνία των θεαμάτων και των θεατών
μπορεί να μην είναι τόσο πολύπλοκη όσο
φαίνεται, αλλά πάντως δεν είναι στη
ευχέρεια των θεατών να την επιλύσουν,
μια που για την λύση της όμως απαιτείται
μια ανεκτή ευθυκρισία, που φαίνεται ότι
με τα χρόνια όλο και πιο δυσεύρετη
γίνεται. Ο Λόγος κυνηγάει την εικόνα
και η ψευδής συναισθηματική έξαρση
κατακλύζει τον κοινωνικό βίο, παράγοντας
τραγικές κωμωδίες, οι οποίες σύντομα
γίνονται δράματα, στα οποία όλοι
σκηνοθέτες και θεατές σε μεγάλες λεκάνες
πλένουν τα χέρια τους, βρίζοντας ο ένας
τον άλλον.
Για
τους μεν σκηνοθέτες η λύση πάντοτε ήταν
απλή. Όσο το έργο τους είχε απήχηση, η
μαμά μου έλεγε “όταν τρώμε δεν μιλάμε”.
Όταν το φαγητό τελειώσει νάναι καλά τα
απομνημονεύματα. Για τους θεατές όμως,
τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, μια που
οι αβαρίες πάντοτε πληρώνονται από
εκείνους που έκαναν την ηλιθιότητα τους
επιστήμη. Γιατί αβαρίες πάντοτε υπάρχουν
και τις περισσότερες φορές είναι και
δυσβάσταχτες.
Η
ψυχοθεραπεία μου για σήμερα έλαβε τέλος.
Δυστυχώς, δεν ξελάφρωσα όσο ανέμενα.
Δεν πειράζει όμως, πιθανόν να υπάρχει
και συνέχεια σε κάπως πιο ιδιωτική
φάση.
Κάποιοι
που θα με κατηγορήσουν ότι μιλώ για τους
θεατές με αυστηρά λόγια, είναι πιθανόν
να μην αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους
σε αυτό το ρόλο και δικαίως να εκνευρίζονται.
Θα ήθελα όμως να τους διαβεβαιώσω, ότι
αυτό που περιέγραψα στα μέτρα της
δυνατότητας μου και της κατανόησης μου,
συμπεριλαμβάνει και μένα με
ελάχιστες εξαιρέσεις . Όλοι με κάποιο
τρόπο ζούμε την προσωπική μας
“σχιζοφρένεια”. Το σίγουρο είναι ότι
ο καπιταλισμός μετατρέπει τους ανθρώπους
όλων των αποχρώσεων σταδιακά σε ηλίθιους
!!!!!